Γράφει ο
Σεραφείμ Αθανασίου
Έτος 1960 ή 61 και ως Ενωμοτάρχης Χωροφυλακής, υπηρετούσα στο Αστυνομικό Τμήμα της Κω.
Στο παραθαλάσσιο κτίριο, εκτός από τις αστυνομικές υπηρεσίες, συστεγαζόντουσαν και οι δικαστικές. Αυτό το πανέμορφο Μέγαρο από την ανατολική του πλευρά έχει την παραλιακή λεωφόρο και από τη δυτική τον ιστορικό πλάτανο του Ιπποκράτη!
Στα εκατοντάδες μέτρα και κατά μήκος της παραλιακής λεωφόρου υπάρχει ένα φαρδύ πεζοδρόμιο, το οποίο από την πλευρά της θάλασσας με περίκαλα κάγκελα προστατεύει τους περιπατητές από μια απροσεξία τους στο να «σωριαστούν» προς το χώρο της θάλασσας και εκείνοι, που ενδεχομένως θα βρισκόντουσαν σε μεγάλη ηλικία, μπορούσαν να πάνε στις αιωνίους μονάς από πέσιμο ή και από την άλλη αιτία η οποία είναι «Χείρων της πρώτης» και πηγαίνοντας προς τα εκεί οι μόνιμοι κάτοικοι της Κω, θα έχαναν για πάντα την ομορφιά της μαγευτικής εκείνης πόλης που μόνιμα ζούσαν!
Εκτός αυτού εκείνο το απότομο πέσιμο των γερόντων μπορούσε να αποβεί και σε βάρος άλλων προσώπων που θα ‘τρεχαν να δώσουν τις πρώτες βοήθειες, σε περίπτωση που δεν ήταν εφοδιασμένοι με μάσκες οξυγόνου, προς αποφυγήν δυσάρεστων εισπνοών τις οποίες και εξ ανάγκης θα ανέπνεαν.
Τα χρόνια κείνα οι περισσότεροι κάτοικοι της Κω τους καλοκαιρινούς μήνες έκαναν το μπάνιο τους στην όμορφη παραλία με τη χρυσή αμμουδιά και ακριβώς απέναντι από το Αστυνομικό Τμήμα και, επειδή ο τουρισμός ήταν στα σπάργανά του η περιβολή των γυναικών ήταν με το γνωστό-στους παλαιοτέρους-ολόσωμο μαγιό.
Δεν υπήρχαν τότε τα μπικίνι ή τα πιο «προοδευμένα» σημερινά χαλαρά σχοινάκια που φορούν οι γυναίκες και ξεχωρίζουν το «αριστερό από το δεξί ημισφαίριό τους» και αν αυτό (το σχοινάκι) βρεθεί εμπόδιο στα όποια πιστεύω τους το πετούν χωρίς ντροπή, ακόμη και μπροστά σε πολλά ζευγάρια μάτια, επειδή εκείνα τα μάτια, που έχουν δει χιλιάδες τέτοια πολύχρωμα σχοινιά, ούτε καν νοιάζονται τόσο γι’αυτά όσο και για τα δυο ημισφαίρια που ενώθηκαν μπροστά τους και μπορούσαν να τα βαπτίσουν ανατολικό και δυτικό, όπως για παράδειγμα της Ανατολικής και Δυτικής Γερμανίας.
Δυστυχώς με την ένωσή τους, εκείνα τα ανατολικά και δυτικά μπλοκ ιδιοκτησίας «αγαπημένων» μας φίλων με το γκρέμισμα του τείχους των δικών τους δακρύων, μετέφεραν τα δάκρυά τους σε μάς τους παρακατιανούς, από τους οποίους ζητούν απαιτητικά να τους δώσουμε εκείνα που αυτοί σε μας χρωστούν και με τις παράλογες απαιτήσεις τους, μας αλλάζουν το Δόξα Πατρί και αντί χαράς και αγαλλίασης, όπως μπορούσαν να μας προσφέρουν τα θηλυκά ελκυστικά ημισφαίρια, μας γεμίζουν πόνους και δάκρυα από τις συνεχείς αυτοκτονίες νοικοκυραίων συμπατριωτών μας, που κάποτε ανάμεσα σε προσφιλή τους πρόσωπα, ένιωθαν αισιόδοξοι και λίαν ευτυχισμένοι! Ας επιστρέψω όμως στο όμορφο νησί του Δωδεκανησιακού συμπλέγματος:
Θυμάμαι οι γυναίκες της Κω, συνοδευόμενες από τους άνδρες τους και από το σπίτι τους φορώντας οι περισσότερες το ολόσωμο μαγιό τους ρίχνοντας μια ρόμπα πάνω τους και παίρνοντας από το χεράκι -αν είχαν-τα κουτσούβελά τους, κατέβαιναν στη θάλασσα μπροστά στην αστυνομία και έκαναν το μπάνιο τους.
Μερικές φορές ανάμεσα στα ολόσωμα μαγιό βρισκόταν και κανένα «άτακτο» μπικίνι, το οποίο όμως οι με το ολόσωμο γυναίκες το «αγριοκοίταζαν», ενώ τα έτερα ήμισυ αυτών των ολόσωμων, ξαπλωμένα δίπλα τους στη χρυσή αμμουδιά έκαναν «τρύπες» στις εφημερίδες που έριχναν αδιάφοροι στο πρόσωπό τους, για να προστατευτούν-δήθεν-από τον καυτό ήλιο, η αλήθεια όμως αλλού βρισκόταν:
Ήθελαν μέσα από τις τόσο δα μικρές στις εφημερίδες τρυπούλες, να κοιτάζουν και στον… πέρα μαχαλά, αφήνοντας τη φαντασία τους να οργιάζει με παραβιάσεις εχθρικών αεροσκαφών και αναχαιτίσεις από ξαπλωμένους στην αμμουδιά πιλότους, έστω και με φανταστικούς κανονιοβολισμούς.
Ένα πρωινό, ήμουνα υπαξιωματικός υπηρεσίας και στο γραφείο μου μπήκε φουριόζα μια νέα λεπτή, ψηλή και πανέμορφη κοπέλα, η οποία ήταν ξυπόλητη, έκλαιγε και φορούσε ένα τόσο δα αποκαλυπτικό «μπικίνι» κολλημένο πάνω της και τα όποια σωματικά της προσόντα μπορούσαν να σκανδαλίσουν κόσμο και κοσμάκη, ιδιαίτερα τότε που η φούστα και το φόρεμα φοριόταν κάτω από τα γόνατα.
Βλέποντάς την γούρλωσα τα μάτια μου, τραύλιζα και κυριολεκτικά έπαθα σοκ, δεν θυμάμαι όμως αν είχα σκεφθεί εκείνο που συνήθως λέγεται από το λαό μας: « καμιά φορά δεν φταίει και ο …φονιάς».
Της είπα να καθίσει και πήγα μέχρι το άλλο γραφείο δήθεν για κάποια δουλειά ενώ ήθελα με κείνη τη βόλτα μου να επαναφέρω σε κανονικό ρυθμό τα ακαθόριστα κτυποκάρδια μου.
Προσπάθησα, με κάκισε ο εαυτός μου και με επανέφερε στην τάξη ως οργάνου αυτής (της τάξης), πήρα το αρχικό μου ύφος και γυρίζοντας στη θέση μου, ασχολήθηκα σοβαρά πλέον μαζί της.
-Παρακαλώ δ/νις, τι σας συμβαίνει και γιατί κλαίτε;
-Κύριε Αστυνόμε (Άρχισε την ιστορία της με αναφιλητά, ενώ εγώ προσπαθούσα να φαίνομαι όσο πιο σοβαρός γίνεται), μου κλέψανε το ποδήλατο.
-Πώς έγινε αυτό, πού είσαστε και πού το είχατε αφήσει;
-Ήρθα στην Κω από την Αθήνα προχθές και φιλοξενούμαι σε μια φίλη μου. Σήμερα το πρωί ενοικίασα ένα ποδήλατο, έκανα μερικές βόλτες και φτάνοντας έξω από το τμήμα σας, το άφησα στα δενδράκια και, πήγα για μπάνιο. Όταν πριν λίγο θέλησα να το πάρω δεν το βρήκα στη θέση του.
Αχ Θεέ μου, τι να κάνω τώρα; Τι να πω στον άνθρωπο! Και δώστου κλάμα η μικρή που ράγιζε καρδιές ακόμη και σκληροτράχηλων αστυνομικών οργάνων που φημίζονται για τη σκληρότητά τους, γι’ αυτό και είναι «αχώνευτοι» από κάθε καρυδιάς τα καρύδια. Και όταν γουστάρουν αυτά τα «καρύδια» τους δέρνουν κιόλας ή τους σκοτώνουν, τους λοιδορούν, τους φωνάζουν μπασκίνες και φονιάδες του Λαού και με λίγα λόγια τους αλλάζουν το Δόξα Πατρί στον αδόξαστο .
Το 18χρονο κοριτσάκι έκλαιγε και εγώ ειλικρινά προσπάθησα να το συνεφέρω και κάπως τα κατάφερα, στο δε βιβλίο συμβάντων έγραψα το ονοματεπώνυμο, την Διεύθυνση κατοικίας Αθηνών και προσωρινά της Κω, καθώς επίσης και τον επαγγελματία από τον οποίο νοίκιασε το ποδήλατο προκειμένου να γίνει έρευνα ανεύρεσης του δράστη κλοπής.
Ετοιμάστηκε να φύγει, πριν όμως βγει στον κυρίως δρόμο που την περίμενε η φίλη της, πέρασε από ένα μικρό εσωτερικό αυλόγυρο του Τμήματος.
Το κτίριο είναι διώροφο. Στο ισόγειο τότε βρίσκονταν τα γραφεία του Αστυνομικού Τμήματος και στον Α΄ όροφο εκείνα της Διοικήσεως, ενώ τα υπνοδωμάτια των αγάμων ανδρών ήταν στον Β΄ όροφο και στη σοφίτα.
Ακούγεται μια γνώριμη χοντρή φωνή: «Για στάσου εσύ πού πας»; και, αμέσως μετά.
-Υπαξιωματικός, υπαξιωματικός.
-Διατάξτε κύριε Διοικητά, απάντησα και βγήκα στον αυλόγυρο.
Ο Διοικητής από το παράθυρο του γραφείου του (Α΄όροφος) που στεκόταν όρθιος με ρωτά :
-Τι θέλει αυτή η γυμνή;
-Της κλέψανε το ποδήλατο κ. Διοικητά και ήρθε να το δηλώσει.
-Και έρχεται στο Τμήμα έτσι «ξεβράκωτη» και εσύ την αφήνεις και φεύγει; Οχτώ μέρες φυλακή!
Στο άκουσμα της ποινής ξαφνιάστηκα και σε στάση προσοχής κοίταζα σα χαζός (αυτό το «προσόν» του χαζού με ακολουθεί σε κάθε μου βήμα και να σας πω δεν νιώθω άσχημα), το παράθυρο που ήταν ο Διοικητής, χωρίς να βγάζω άχνα και σκαπτόμουνα το πειθαρχείο που θα με κλείδωναν για 8 μέρες.
-Μα κύριε, από τη θάλασσα ήρθα, μπάνιο έκανα γιατί αυτή η αυστηρότητά σας, απάντησε ευγενικά η κοπέλα στο Διοικητή μας.
-Πάψε εσύ, δε σε ρώτησα και γυρίζοντας προς εμένα:
-Κλείδωσέ την μέσα για προσβολή της δημοσίας αιδούς και στείλτε την στο αυτόφωρο, για να μάθει να μη γυρίζει ξεβράκωτη.
-Κύριε, σας παρακαλώ, τι έκανα;
-Να μη με παρακαλείς καθόλου και γυρίζοντας την πλάτη, μπήκε στο γραφείο του.
Συμμορφώθηκα και έπραξα τα δέοντα. Συνέταξα την έκθεση βεβαιώσεως αδικήματος και λοιπά δικόγραφα, έγραψα το διαβιβαστικό και περίμενα τον Αστυνόμο να το υπογράψει και να σταλεί δικογραφία και κρατουμένη στον Εισαγγελέα.
Ακούω πάλι τη βραχνή αυστηρή φωνή:
-Υπαξιωματικός, υπαξιωματικός.
-Διατάξτε κύριε Διοικητά.
-Πού είναι αυτή;
-Στο κρατητήριο και κλαίει.
-Καλά, «άστιν να φύγ»
-Μάλιστα.
Όμως δεν την έδιωξα επειδή είχα σχηματίσει δικογραφία σε βάρος της η οποία έπρεπε να πάει στα χέρια του Δικαστικού λειτουργού δηλαδή στον Εισαγγελέα, ως τον πλέον αρμόδιο για τέτοιες περιπτώσεις.
Περίμενα τον Αστυνόμο που βρισκόταν εκτός γραφείου και συγκεκριμένα τον τότε Μοίραρχο και αργότερα Στρατηγό Χωροφυλακής-μακαρίτη σήμερα-Γεράσιμο Ζαγορίτη, πατέρα του κ. Λευτέρη Ζαγορίτη Δικηγόρου Αθηνών, πρώην Βουλευτού και Γενικού Γραμματέα του κόμματος της Νέας Δημοκρατίας
Ο Αστυνόμος ήρθε, του είπα τι έγινε και με ρώτησε αν: όταν ο Διοικητής μου είπε να την αφήσω ελεύθερη, εγώ τον ενημέρωσα ότι είχα σχηματίσει δικογραφία. Του είπα ότι δεν του ανέφερα κάτι τέτοιο επειδή τον φοβήθηκα μήπως με κοπανίσει και με άλλη 8άρα φυλάκιση. Ο Αστυνόμος γέλασε μου είπε «καλά έκανες και μπράβο σου που δεν την άφησες» και σε λίγο εκείνο το χαριτωμένο πλάσμα συνοδεία οργάνου το στείλαμε στον Εισαγγελέα, ο οποίος όρισε τακτική δικάσιμο και το άφησε ελεύθερο.
Αλλά να τι έμαθα σε λίγο από τον συνοδό χωροφύλακα:
Ο γερο-ιστορικός πλάτανος του Ιπποκράτη.
Η κοπέλα βγήκε από την δυτική έξοδο του Δικαστηρίου προς την πλευρά της πλατείας όπου και ο Πλάτανος του Ιπποκράτη και, βγαίνοντας έπεσε πάνω σε ένα ζευγάρι το οποίο την ώρα κείνη ερχόταν από το εσωτερικό της πόλεως.
Μόλις το είδε έβαλε τα κλάματα έπεσε στην αγκαλιά του, κάθισαν όλοι τους στις ρίζες εκείνου δένδρου που τόσα σοφά ιστορικά από γιατρούς γνωρίζει και καλοσυνάτα στον ίσκιο του δέχεται χωρίς διακρίσεις όλο τον κόσμο και εκεί, στον ιερό κείνο χώρο, τρόμαξαν να την κάνουν να σταματήσει το κλάμα, παρόντος και του συνοδού της φρουρού χωροφύλακα, ο οποίος πλέον δεν ήταν φρουρός της, αλλά έτσι για συμπαράσταση στεκόταν κοντά της, όπως έκανε και μια φίλη της.
Εκείνο το ζευγάρι ήταν οι γονείς της και οι δυο ανώτατοι δικαστικοί λειτουργοί:Εισαγγελέας Εφετών ο πατέρας της και Πρόεδρος Εφετών η μάνα της!
Η φίλη της ήταν εκείνη που βρισκόταν έξω από το τμήμα κατά την καταγγελία της κλοπής και μόλις άκουσε τον αυστηρό Διοικητή να την αποκαλεί «ξεβράκωτη» και να διατάσει τη σύλληψή της πήγε και έφερε τα ρούχα της που προφανώς είχε αφήσει στην αμμουδιά.
Στη συνέχεια υποθέτω ότι η φίλη της επικοινώνησε με τους γονείς της που παραθέριζαν στην Κω, τους είπε τα καθέκαστα και ο πατέρας της ή κάποιος φίλος του τηλεφώνησε στον Διοικητή και εκείνος μου έδωσε εντολή να την αφήσω αμέσως «αυτή » να «φυγ», όπως μου είχε πει.
Μας είχε κάνει εντύπωση που στον Διοικητή μας όταν την αποκαλούσε «ξεβράκωτη» και διέτασσε την σύλληψή της του μίλαγε με τόσο σεβασμό και έκλαιγε, ενώ θα μπορούσε να του πει πως: ήταν κόρη ανωτάτων δικαστικών λειτουργών, φοιτήτρια Νομικής και ό,τι άλλο αράδιαζε παρακαλώντας τον να την αφήσει και πιστεύω ότι θα την άφηνε ο Διοικητής επειδή δεν θα πέρναγε απαρατήρητο το ότι είχε να κάνει με ανώτατο δικαστικό.
Προτίμησε να μπει στο κρατητήριο και να ακολουθήσει τη «μοίρα» της παρά να εκθέσει τους γονείς της. Την σήμερον ημέρα έχει εκλείψει ο σεβασμός προς τις Αρχές και οι άνθρωποι δε σέβονται τίποτα. Στον όποιο Αξιωματικό μπορεί να ακουστεί: «ξέρεις ρε ποιος είμαι εγώ;» και τα όργανα της τάξεως ακούνε μόνο απειλές και κρότους καλάζνικοφ.
Αυστηρός με το γράμμα του νόμου ο-τότε-Διοικητής μας Δημητριάδης Παναγιώτης ιδιαίτερα στον ηθικό τομέα γκρανοκέφαλος. Έβγαινε στη βεράντα του γραφείου προς τη θάλασσα και εάν έβλεπε καμιά «ξεβράκωτη», τον έπιαναν τα μπουρίνια του. Δεν μπορούσε όμως να παρέμβει γιατί ήταν αρμοδιότητα του λιμεναρχείου και καλύτερα γιατί, σε περίπτωση που ήταν δική μας τα καλοκαίρια θα γεμίζαμε τα κρατητήρια από γυναικείο «ξεβράκωτο» πληθυσμό!
Τις ημέρες θυμάμαι εκείνες στην Κω γνωστοί ηθοποιοί γύριζαν μια ταινία, νομίζω τη «Μαργαρίτα».
Η Τζένη Καρέζη, ο Κώστας Καράς, ο Δημήτρης Νικολαΐδης, ο Θανάσης Βέγγος και άλλοι πολλοί κάθε μεσημέρι ξεκουραζόντουσαν στο κέντρο Ακταίο κοντά στο τμήμα.
Είχαμε οι αστυνομικοί γνωριστεί με τους ηθοποιούς και καθόμαστε μαζί στο κέντρο γιατί στα γυρίσματα της ταινίας λαμβάναμε μέτρα τάξεως, επειδή ο κόσμος έτρεχε κοντά στα αγαπημένα αυτά «τέρατα» της τέχνης και δεν μπορούσαν να εργαστούν χωρίς αστυνομική προστασία όχι βέβαια από φόβο, αλλά από αγάπη μεγάλη προς τα πρόσωπά τους.
Με εκείνο το επεισόδιο της μικρής με το μπικίνι οι άρρενες ηθοποιοί πείραζαν τις γυναίκες τους λέγοντας: αν τολμήσουν και φορέσουν μπικίνι θα τις καταγγείλουν στο χωροφύλακα και το γέλιο πήγαινε γόνα.
Και κάτι πολύ συγκινητικό το οποίο προέκυψε από εκείνη την κλοπή.
Ο συνοδός χωροφύλακας της «ξεβράκωτης» ύστερα από λίγα χρόνια και ως αξιωματικός της Χωροφυλακής τη δικηγορίνα πλέον και με την ευλογία Εκκλησίας και γονιών, έγινε ο επί 24ώρου βάσεως «δεσμοφύλακάς» της και πατέρας του μονάκριβου γιατρού γιου τους!
Σήμερα οι καλοί μου φίλοι, διαμένουν ως συνταξιούχοι σε νησί των Κυκλάδων και είναι το πιο ευτυχισμένο ζευγάρι που βγήκε μέσα από κλοπές,καταγγελίες, φωνές αυστηρού Διοικητού, συλλήψεις, μεταγωγές και γνωριμία με ένα καλύτερο και ομορφότερο φινάλε.
Και οι δυο τους ευγνωμονούν τον τότε Διοικητή Χωροφυλακής Παναγιώτη Δημητριάδη γιατί χωρίς αυτόν και χωρίς την αυστηρή του εκείνη διαταγή στο να σταλεί στον Εισαγγελέα η κοπελιά επειδή τόλμησε να παρουσιαστεί στο Τμήμα με σούπερ μικροσκοπική περιβολή λουομένης Αφροδίτης, ίσως να μη είχαν ποτέ γνωριστεί!
Αν ζούσε σήμερα ο καλός μας εκείνος Διοικητής, με τη χαλάρωση ηθών και εθίμων διαφορετικά θα σκεπτόταν ή και μπορεί να τον εύρισκε κανένα εγκεφαλικό από τη στενοχώρια του επειδή θα είχε… γεράσει.
Τώρα οι άνδρες δε χρειάζονται τρύπιες εφημερίδες για να προστατευθούν από τον καυτό-δήθεν-ήλιο και να βλέπουν στα πέρα μαχαλά.
Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα κρυφό! Βγήκαν όλα στη φόρα χωρίς φαντασιώσεις και πράσινα άλογα!! Δεν χρειάζεται εξερεύνηση απαγορευμένης δασικής έκτασης στην οποία μπορείς να περάσεις χωρίς λαχάνιασμα.
Πάνε οι εποχές που όταν έβλεπες γυναικείους αστραγάλους σφύριζες με θαυμασμό και έβλεπες όνειρα επί ονείρων που όμως και εκείνα, έστω και αν ήταν απατηλά, άφηναν στα χείλη όλων μια γεύση των πιο καλών φρούτων καρποφόρων δένδρων.
πηγη: rodiaki.gr